Αντίστροφη μέτρηση
2o Συλλήψεις
Το 1946 τον Μάρτιο πήγαμε με χωριανούς μου στο Δασαρχείο Κρανιάς να εργαστούμε σε λατομεία, κόβαμε πεύκα διότι το δάσος το κάψανε οι Γερμανοί. Ήταν εργάτες από πολλά χωριά τόσο των Γρεβενών όσο και από Καλ/κα. Εργαστήκαμε μια εβδομάδα. Το Σάββατο βράδυ πήγαμε στο χωριό να πάρουμε ψωμί και την Κυριακή το βράδυ πήγαμε πάλι στο δάσος. Την Πέμπτη, Τετάρτη βράδυ παρουσιάσθηκαν αντάρτες σε εργάτες. Το πρωί βλέπουμε χωροφύλακες, καλούσαν εργάτες για ανάκριση. Ψιθυριζόταν ότι παρουσιάστηκαν αντάρτες. Το απόγευμα καλούν το όνομά μου. Πηγαίνω.
- Εσύ είσαι ο Ράπτης;
- Ναι.
-Καπετάνιος - είχαν και τρεις τέσσερις και άλλους- πάρε τα πράγματά σου.
Πήρα τα πράγματα. Λέω στον Βασίλη Μανώλη.
- Βασίλη γεια σου, με παίρνουν συνοδεία.
Μας πηγαίνουν στο Κηπυργιό. Μας κλείνουν σε ένα υπόγειο. Έπαιρναν έναν έναν ανάκριση. Οι συγκατηγορούμενοι ήταν από την περιφέρεια Γρεβενών, ούτε τους γνώριζα, ούτε με γνώριζαν. Εγώ ήμουν μόνο Θεσσαλός. Όπως τους έπαιρναν ανακρίσεις τους απολούσαν.
Έμεινα τελευταίος με ρωτούν τα στοιχεία. Μου είπαν αν είδα τους αντάρτες.
-Δεν είδα τίποτε, είμαστε ομάδα ολόκληρη από το χωριό μαζί και ύπνο και δουλειά.
Εσύ θα παραμείνεις έως ότου πάρουμε πληροφορίες από την Αστυνομία Οξύνειας.
Νομίζω πως αστυνόμος ήταν Απόστ. Κατσόγιαννος, είχαμε πολλές φιλίες. Με κράτησαν τρεις ημέρες φαγητό μου έδιναν. Ούτε με κακοποίησαν. Όπως δείχνουν τα πράγματα θα ήταν και ο αστυνόμος ανθρωπιστής. Το Σάββατο με κάλεσαν να πάρω τα πράγματά μου και είμαι ελεύθερος.
Επιδρομή των «Μπουραντάδων»
Το 1946 Ιούλιος επιδρομή των ομάδων αυτών. Πόσο επεδίωξαν ο Αθανασούλας και ο Παπαθανασιάδης να με εξοντώσουν. Επικεφαλής της ομάδας αυτής ήταν ο Αθανασούλας και Κων/νος Ράπτης από Καλ/κα λεγεωνάριος. Πάντως είχαμε πληροφορίες ότι ομάδες «Μπουραντάδων» κάμουν επιδρομές στα χωριά. Τα βράδια μέναμε έξω, την ημέρα πηγαίναμε στα σπίτια.
Μεσημέρι ήμουν στο κάτω σπίτι στα δέντρα και κοιμόμουν. Ήρθε ο Θύμιος Σταμούλης από το Κακοπλεύρι. Με ξυπνά:
-Φύγε μου λέγει. «Μπουραντάδες» έφτασαν από πάνω από το Κακοπλεύρι.
Ενώ αυτοί είχαν φτάσει και μπλοκάρισαν το χωριό, είχαν βάλει σκοπούς γύρω από κάτω από την εκκλησία και στο σπίτι του Ζαχαρή Πούλιου.
Τους είδα τους σκοπούς. Τους ξεφεύγω. Φτάνω στο ρέμα Λεπτοκαριές πιο πέρα από τα παλιάμπελα πιασμένος εγώ, το ρέμα κάτω. Βρίσκω έναν πλάτανο είχε στις ρίζες ένα μέρος μια σαν σπηλιά, όσο που χωρούσε έναν άνθρωπο, μπαίνω μέσα. Η γυναίκα του Ζαχαρή Πούλιου με είδε που πέρασα προς το ρέμα και τους έλεγε εδώ από κάτω στο ρέμα πήγε. Οι σκοποί με είδαν δεν με είδαν δεν ξέρω. όλη την ημέρα έφαγαν τα ρούχα τους πάνω κάτω στο ρέμα. Εκεί που σκαρφάλωσα εγώ ήταν δύσκολο να περάσει διότι από κάτω ήταν περί τα δύο μέτρα γκρεμός. Βράδιασε, έφυγαν άπρακτοι.
Αύγουστος '46, 2η επιδρομή
Οι ίδιοι επικεφαλείς. Ήταν Κυριακή ήμασταν στην εκκλησία. Βγήκαμε από την εκκλησία. Εγώ δεν αντιλήφθηκα τίποτε, ενώ το χωριό ήταν περικυκλωμένο. Το είχαν πιάσει γύρω από την εκκλησία, πίσω από το σπίτι το κάτω. Ο Ζαχαρής Πούλιος και ο Νικόλαος Ζήσης μου κάμουν με το μάτι, φύγε. Περνώ κάτω από το σχολείο πηδώ το φράχτη. Τα βούζια και τσουκνίδια ήταν μεγάλα. Σύρθηκα, τα τσουκνίδια με χτυπούσαν στα μούτρα, χέρια. Πηγαίνω στο σπίτι του πεθερού μου, δεν ήταν κανείς, ήταν στην εκκλησία. Μπαίνω μέσα, που να κρυφτώ, στο κάτω δωμάτιο. Είχε πάτωμα ύψος περί τους 25-30 πόντους, σύρομαι μέσα. Το τι τράβηξα. Τα χέρια μου και το πρόσωπο έκαιγαν από τα τσουκνίδια, να γυρίσω λίγο δεν μπορούσα διότι ήταν ίσια ίσια και σφηνωτά. Αυτοί «Μπουραντάδες» πάνω κάτω τις σκάλες. Όλο το χωριό έλεγε ότι τώρα εδώ ήταν, έμεινε η απορία πως τους έφυγα. Εγώ είχα κοκαλιάσει.
Το βράδυ ξεκίνησαν να φύγουν. Ο Γιώργιος Παπανίκος και ο πεθερός μου παπάς, συζητούσαν στο δωμάτιο από πάνω μου και έλεγαν που να πήγε, πως έφυγε από μπροστά στα μάτια. Εγώ άρχισα να φωνάζω, είμαι εδώ από κάτω στο πάτωμα. Τη φωνή την άκουγα αλλά δεν μπορούσαν να καταλάβουν πούθε έρχεται Βγαίνουν στη σάλα, φωνάζω, βγάλτε με πεθαίνω. Τότε ο Παπανίκος λέγει είναι κάτω από το πάτωμα. Παίρνουν ένα κερί κοιτούν, βλέπουν τα πόδια. Φωνάζω, τραβάτε, με τράβηξαν. Βγήκα κοκαλωμένος.
Αυτοί πήγαν μέχρι το κόνισμα ή παρακάτω και γυρίζουν πίσω. Γύρισαν πίσω ανέβα στο ταβάνι, αντί στο ταβάνι μπαίνω στο μπαούλο. Αλλά δεν ήρθαν. Πήγαν στο σπίτι σκότωσαν τις κότες τις πήραν και έφυγαν. Σας αφήνω να κρίνετε τα έργα μου και τα έργα τους.